ΓΕΩΡΓΙΑ ΡΑΒΑΝΗ ΛΑΚΑΣΑ
ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΟΣ ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ
ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΥΜΒ. ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ
(Ενηλίκων , Παιδιών και Εφήβων)
ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΤΡΟΦΗΣ
Οι διαταραχές πρόσληψης τροφής αποτελούν ένα κομμάτι των ψυχικών διαταραχών που έχει απασχολήσει αρκετά τα τελευταία χρόνια τους ειδικούς. Λόγω των απαιτήσεων της σύγχρονης ζωής, φαίνεται σιγά- σιγά να αλλάζει η συμπεριφορά των ατόμων απέναντι στο φαγητό. Ως διαταραχή της όρεξης ορίζεται η «επίμονη διατάραξη της συμπεριφοράς της πρόσληψης τροφής ή μια συμπεριφορά που έχει στόχο τον έλεγχο του βάρους η οποία διαταράσσει σημαντικά την σωματική υγεία ή την ψυχοκοινωνική λειτουργικότητα του ατόμου και δεν αναγνωρίζεται ως δευτερεύουσα σε μια γενική ιατρική κατάσταση ή άλλη ψυχιατρική διαταραχή»(Fairburn). Μάλιστα τα πιο γνωστά σύνδρομα διαταραχής πρόσληψης τροφής είναι η ψυχογενής ανορεξία, η ψυχογενής βουλιμία και η διαταραχή επεισοδιακής υπερφαγίας.
Σύμφωνα με το DSM-V τα κριτήρια διάγνωσης της ψυχογενούς Βουλιμίας είναι τα επανειλημμένα επεισόδια υπερφαγίας. Τα επεισόδια αυτά χαρακτηρίζονται από υπερβολική κατανάλωση τροφής μέσα σε ένα διακριτό χρονικό διάστημα (πχ. δύο ωρών) παράλληλα με αδυναμία ελέγχου αυτής της συμπεριφοράς κατά τη διάρκεια ενός επεισοδίου. Πιο συγκεκριμένα, το άτομο καταναλώνει σαν υπνωτισμένο μέσα σε λίγη ώρα ποσότητες φαγητού που θα έτρωγε ένας φυσιολογικός άνθρωπος κατά τη διάρκεια της ημέρας. Παράλληλα, προκειμένου, το άτομο να αντισταθμίσει αυτή τη διατροφική συμπεριφορά του, καταφεύγει σε ακατάλληλες και υπερβολικές μεθόδους απώλειας βάρους όπως είναι η πρόκληση εμετού, η υπερβολική άσκηση ή η εξαντλητικές δίαιτες. Αυτά τα επεισόδια πρέπει να συμβαίνουν τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα για διάρκεια τριών τουλάχιστον μηνών. Φυσικά, η εκτίμηση του εαυτού σε αυτές τις περιπτώσεις εξαρτάται εξ’ ολοκλήρου από την εικόνα του σώματος του ατόμου και από το σωματικό του βάρος. Στην περίπτωση της διαταραχής της επεισοδιακής υπερφαγίας, τα κριτήρια για τη διάγνωση είναι ακριβώς τα ίδια με αυτά της ψυχογενούς βουλιμίας με τη διαφορά ότι σε αυτή την περίπτωση το άτομο δεν χρησιμοποιεί αντισταθμιστικές τεχνικές για να «σβήσει» το επεισόδιο της υπερφαγίας. Παράλληλα, παρατηρείται έντονη ντροπή από την πλευρά του ατόμου και γι΄αυτό προτιμά να τρώει μόνο του.
Η ψυχογενής βουλιμία και γενικώς οι διατροφικές διαταραχές απαντώνται κυρίως σε άτομα του γυναικείου πληθυσμού, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει πως δεν υπάρχουν και άντρες που πάσχουν από την εν λόγω διαταραχή. Σε κάθε περίπτωση, τα άτομα που αντιμετωπίζουν αυτού του είδους τη διαταραχή αισθάνονται συνήθως έντονη μοναξιά και δυσκολία να ρυθμίσουν τα συναισθήματά τους. Γενικώς, ωστόσο, η αιτιολογία των διαταραχών πρόσληψης τροφής είναι συνήθως σύνθετη και πολυπαραγοντική. Έτσι, μπορεί να ποικίλει ανάλογα με την περίπτωση. Ανάμεσα στις αιτίες που έχουν διερευνηθεί για την ανάπτυξη κάποιας διατροφικής διαταραχής είναι η κακοποίηση, ψυχολογικοί παράγοντες όπως είναι η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η προσωπικότητα του ατόμου καθώς και το φύλο και η ηλικία. Μία ακόμη σημαντική αιτία μπορούν να αποτελέσουν τα χαρακτηριστικά της οικογένειας μέσα στην οποία μεγαλώνει το άτομο με την διατροφική διαταραχή. Σύμφωνα με έρευνες οι οικογένειες των ατόμων με διατροφικές διαταραχές τείνουν να είναι πιο αυστηρές και επικριτικές απέναντι στα παιδιά τους. Παράλληλα, φαίνεται πως σε αυτές τις οικογένειες υπάρχει μεγαλύτερη απομόνωση και λιγότερη συναισθηματική εμπλοκή με αποτέλεσμα τα παιδιά είτε να βρίσκουν διέξοδο στο φαγητό, όπως στην περίπτωση της ψυχογενούς βουλιμίας, είτε να αυτοτιμωρούνται – να τιμωρούν ουσιαστικά τον εαυτό τους, όπως στην περίπτωση της ψυχογενούς ανορεξίας.
Θεραπευτική αντιμετώπιση
Για την αντιμετώπιση των διατροφικών διαταραχών, ανάλογα με τη σοβαρότητα της διαταραχής αλλά και το είδος της, απαιτείται μια πολύπλευρη θεραπεία που θα πρέπει να περιλαμβάνει τόσο ψυχολογική αντιμετώπιση αλλά σε κάποιες περιπτώσεις και ιατρική παρακολούθηση με φαρμακευτική αγωγή. Από τις ψυχολογικές θεραπείες, ωστόσο φαίνεται να έχει καλύτερα αποτελέσματα στις διαταραχές πρόσληψης τροφής η γνωστική- συμπεριφορική θεραπεία. Γενικώς έχει ως στόχο την αλλαγή των σκέψεων και των πεποιθήσεων των ασθενών σχετικά με τα θέματα της εικόνας του ευατού και της αυτοεκτίμησης. Στην γνωστική συμπεριφορική θεραπεία τα άτομα ενθαρρύνονται να αμφισβητούν τα πρότυπα που θέτει η κοινωνία σχετικά με την ελκυστικότητα και την ομορφιά και να αποτινάσσουν από πάνω του τα στερεότυπα. Παράλληλα, αμφισβητούνται με συνέπεια αλλά και ήπιο τρόπο οι παράλογες πεποιθήσεις των ίδιων των ασθενών σχετικά με τον εαυτό τους και την αξία τους και ενθαρρύνονται στον μετασχηματισμό των πεποιθήσεων αυτών σε άλλους πιο διαλλακτικούς και λειτουργικούς τρόπους σκέψης.
Συγκεκριμένα, φαίνεται πως τα αποτελέσματα αυτού του είδους θεραπείας παραμένουν σε βάθος χρόνου ακόμη και σε σχέση με τα αποτελέσματα της φαρμακοθεραπείας. Μάλιστα, σε επανεξετάσεις, τα άτομα που έχουν χρησιμοποιήσει αυτή την μέθοδο θεραπείας παρουσιάζουν μεγαλύτερη σταθερότητα και πιο θετικά αποτελέσματα ακόμη και μετά από περίοδο έξι ετών. Βέβαια, το στοίχημα στην εφαρμογή θεραπείας σχετικά με τις διαταραχές πρόσληψης τροφής είναι πάντοτε, το άτομο να μπορέσει να συνειδητοποιήσει τη δυσκολία του ώστε να προσέλθει σε θεραπεία. (Χαρίλα, nd)
Διαχείριση Ανορεξίας- Βουλιμίας παιδιών και εφήβων
Οι γονείς πρέπει να είναι ενημερωμένοι γενικότερα για τις διαταραχές πρόσληψης τροφής και να παρατηρούν τη διατροφική συμπεριφορά του παιδιού τους ώστε να εντοπίσουν έγκαιρα τις αλλαγές που υποδηλώνουν την αρχή μιας τέτοιας διαταραχής. Κατόπιν, αφού συζητήσουν μαζί του και του εκφράσουν την ανησυχία τους για την διατροφική συμπεριφορά του, πρέπει να απευθυνθούν ως οικογένεια σε ειδικό ψυχικής υγείας. Οι γονείς θα πρέπει να υποστηρίξουν έμπρακτα, λεκτικά και συναισθηματικά το παιδί ή τον έφηβο που παλεύει με την ανορεξία ή τη βουλιμία. Να εμπεδώσουν ότι οι διαταραχές αυτές είναι εξαιρετικά επικίνδυνες για την υγεία του, δεν πρέπει να τις αγνοήσουν ή να τις υποτιμήσουν ελπίζοντας ότι θα πάψουν σταδιακά να υφίστανται ή θα εξαφανιστούν ως «δια μαγείας» και να τις αντιμετωπίσουν άμεσα με τη βοήθεια της επιστήμης.
Είναι σημαντικό οι γονείς να χαμηλώσουν «τις προσδοκίες τους» και να αναθεωρήσουν τις απόψεις τους περί τελειότητας των παιδιών τους. Να μην είναι επικριτικοί ή ειρωνικοί αναφορικά με το βάρος του παιδιού τους, να μην το αξιολογούν με βάση τα κιλά ή την εμφάνισή του, να αποφεύγουν να σχολιάζουν διαρκώς τις ποσότητες φαγητού που καταναλώνει και κυρίως να μην αποτελεί κριτήριο, όρο ή προϋπόθεση αποδοχής και αγάπης η εμφάνιση, τα κιλά και η διατροφή του. Να μην είναι υπερπροστατευτικοί ή αυστηροί, άκαμπτοι, δογματικοί. Να φροντίσουν να ενδυναμώσουν την αυτονομία και την αίσθηση της αξίας του τονίζοντας τα προτερήματά του, εκφράζοντας την αγάπη και την αποδοχή τους, ενθαρρύνοντας την ενασχόληση του με τον αθλητισμό ή άλλες δραστηριότητες που βοηθούν στην κοινωνικοποίησή του φροντίζοντας ταυτόχρονα για την υγιεινή και πλήρη διατροφή του. Πάνω από όλα όμως θα πρέπει εγκαταστήσουν μια σχέση εμπιστοσύνης και ειλικρίνειας με αυτό.
Τέλος, οι γονείς να μην χρησιμοποιούν το παιδί ως διάμεσο στην αναποτελεσματική μεταξύ τους επικοινωνία και να σταματήσουν να το θεωρούν ως το προβληματικό μέλος της οικογένειας πίσω από το οποίο καλύπτεται το σύνολο των οικογενειακών προβλημάτων.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αυδή, Ε. & Ρούσση, Π. (2010). Ψυχοπαθολογία. Αθήνα: Gutenberg (Μτφρ) Kring, A., Davison, G. C., Neale, J. M. & Johnson, S. (2007) Abnormal Psychology.
Ευσταθίου, Γ. (nd) Μέθοδοι και τεχνικές στη γνωσιακή – συμπεριφοριστική θεραπεία ενηλίκων, cbt.edu.gr/arxeia/methodoi_texnikes.pdf
Σπανού, Β., Καζάνη, Ι. & Τριπόδης, Ν. (2008) Διαταραχές Πρόσληψης Τροφής, Αθήνα.
Χαρίλα, Ν. (2005) Ασκήσεις νοερής απεικόνισης στη θεραπεία των διαταραχών διατροφής, Ινστιτούτο Έρευνας και Θεραπείας της Συμπεριφοράς.
Χαρίλα, Ν. (nd) Κρίσεις Υπερφαγίας: Γνωσιακοί μηχανισμοί και θεραπευτικές παρεμβάσεις, Εγκέφαλος, http://www.encephalos.gr/full/45-2-06g.htm.
American Psychiatric Association. (2013). Diagnostic and
statistical manual of mental disorders (5th ed.). Washington, DC: Author.